Kropp στα ελληνικά
Μετάφραση: kropp, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
προβοσκίδα, σεντούκι, μπαούλο, σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Μεταφράσεις
- kronisk στα ελληνικά - χρόνιος, χρόνιας, χρόνιες, χρόνιων, χρόνιο
- kronologisk στα ελληνικά - χρονολογική, Χρονολογικό, Χρονολογικός, χρονολογικής, Χρονολόγιο
- krukke στα ελληνικά - κανάτα, στάμνα, δοχείο, γυάλα, βάζο, βάζου
- krus στα ελληνικά - κούπα, μούρη, κύπελλο, κυπέλλου, κούπα που, την κούπα
Τυχαίες λέξεις
Kropp στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: προβοσκίδα, σεντούκι, μπαούλο, σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
Μεταφράσεις: προβοσκίδα, σεντούκι, μπαούλο, σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα