Lege στα ελληνικά
Μετάφραση: lege, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γιατρεύω, καπνίζω, αλατίζω, γιατρός, ιατρός, επουλώνω, επουλώνομαι, παστώνω, θεραπεύω, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- legasjon στα ελληνικά - πρεσβεία, πρεσβείας, διπλωματικά θέματα
- legat στα ελληνικά - βάθρο, χάρισμα, ίδρυση, ίδρυμα, θεμέλιο, προικοδότηση, Κληροδότημα, ...
- legeme στα ελληνικά - σώμα, σώματος, οργανισμό, οργανισμός, το σώμα
- legemiddel στα ελληνικά - επανορθώνω, παστώνω, καπνίζω, αλατίζω, αποκαθιστώ, θεραπεύω, θεραπεία, ...
Τυχαίες λέξεις
Lege στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γιατρεύω, καπνίζω, αλατίζω, γιατρός, ιατρός, επουλώνω, επουλώνομαι, παστώνω, θεραπεύω, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού
Μεταφράσεις: γιατρεύω, καπνίζω, αλατίζω, γιατρός, ιατρός, επουλώνω, επουλώνομαι, παστώνω, θεραπεύω, γιατρό, το γιατρό, ο γιατρός, γιατρού