Επουλώνω στα νορβηγικά
Μετάφραση: επουλώνω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
lege, kurere, helbrede, gro, å helbrede, leges
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: επουλώνω
απλώνω συνώνυμο, επουλώνω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, επουλώνω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- εποπτεύω στα νορβηγικά - kontrollere, tilsyn, overvåke, veilede, føre tilsyn, tilsyn med
- επουλώνομαι στα νορβηγικά - helbrede, lege, kurere, arr, arret, arrdannelse
- επουράνιος στα νορβηγικά - himmelsk, himmelske, vår himmelske, Heavenly, min himmelske
- επουσιώδης στα νορβηγικά - uvesentlig, uvesentlige, immaterielle, immateriell, uten betydning
Τυχαίες λέξεις
Επουλώνω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: lege, kurere, helbrede, gro, å helbrede, leges
Μεταφράσεις: lege, kurere, helbrede, gro, å helbrede, leges