Καπνίζω στα νορβηγικά
Μετάφραση: καπνίζω, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
damp, os, røyk, lege, røyking, legemiddel, røyke, kur, kurere, ryke, smoke, røyken, røk
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: καπνίζω
καπνίζω πούρα για σενανε χαμουρα, καπνίζω ονειροκρίτης, καπνίζω 5 τσιγάρα την ημέρα, καπνίζω και σε σκέφτομαι κώστασ σαφέτησ, καπνίζω τα τσιγάρα μου, καπνίζω λεξικό γλώσσας νορβηγικά, καπνίζω στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- καπιταλιστής στα νορβηγικά - kapitalistiske, kapitalistisk, kapitalist, den kapitalistiske, det kapitalistiske
- καπνά στα νορβηγικά - tobakk, tobakks, tobakken, av tobakk
- καπνιά στα νορβηγικά - sote, smuss, smut, smuss som, av smuss
- καπνιστής στα νορβηγικά - røyker, røker, snuser ikke, snuser, Smoker
Τυχαίες λέξεις
Καπνίζω στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: damp, os, røyk, lege, røyking, legemiddel, røyke, kur, kurere, ryke, smoke, røyken, røk
Μεταφράσεις: damp, os, røyk, lege, røyking, legemiddel, røyke, kur, kurere, ryke, smoke, røyken, røk