Livmor στα ελληνικά

Μετάφραση: livmor, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μήτρα, μήτρας, της μήτρας, τη μήτρα, η μήτρα
Livmor στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • liv στα ελληνικά - ζωή, ισόβιος, μέση, βίος, ζωής, τη ζωή, της ζωής, ...
  • livlig στα ελληνικά - γλαφυρός, ζωηρός, ζωντανός, ζωντανή, πολυσύχναστη, ζωντανό, ζωηρή
  • livsvarig στα ελληνικά - ισόβια, δια βίου, διά βίου, τη διά βίου, τη δια βίου
  • livsviktig στα ελληνικά - ζωτικός, ουσιώδης, ζωτικής σημασίας, ζωτικό, ζωτική, ζωτικής
Τυχαίες λέξεις
Livmor στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μήτρα, μήτρας, της μήτρας, τη μήτρα, η μήτρα