Makt στα ελληνικά

Μετάφραση: makt, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ρώμη, δύναμη, εξουσία, μπορούσα, κύρος, βία, εξαναγκάζω, ισχύς, ισχύος, ισχύ
Makt στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • makrell στα ελληνικά - σκουμπρί, σκουμπριού, το σκουμπρί, σκουμπριά, σκουμπριών
  • makron στα ελληνικά - αμυγδαλωτό, ζάχαριν, αμυγδαλωτά, macaroon, παξιμάδι από κόνιν αμύγδαλων
  • male στα ελληνικά - λιώνω, βάφω, εργοστάσιο, αλέθω, αγγαρεία, γουργουρίζω, τρίζω, ...
  • maler στα ελληνικά - βαφέας, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Τυχαίες λέξεις
Makt στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ρώμη, δύναμη, εξουσία, μπορούσα, κύρος, βία, εξαναγκάζω, ισχύς, ισχύος, ισχύ