Skeptiker στα ελληνικά
Μετάφραση: skeptiker, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δύσπιστος, σκεπτικιστής, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- skatt στα ελληνικά - θησαυρός, φόρος, φόρου, φόρο, φορολογικών, φορολογική
- skattkammer στα ελληνικά - θησαυροφυλάκιο, ταμείο, ιδίων, Treasury, διαθεσίμων
- skeptisk στα ελληνικά - σκεπτικός, δύσπιστος, σκεπτικισμό, επιφυλακτικοί, σκεπτικοί
- ski στα ελληνικά - σκι, του σκι, χιονοδρομικό, κέντρο
Τυχαίες λέξεις
Skeptiker στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δύσπιστος, σκεπτικιστής, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική
Μεταφράσεις: δύσπιστος, σκεπτικιστής, σκεπτικιστή, σκεπτικιστές, διατηρούν επιφυλάξεις απέναντι, σκεπτική