Sted στα ελληνικά

Μετάφραση: sted, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τοποθετώ, εντοπίζω, μέρος, τοποθεσία, σπυρί, τόπος, βούλα, θέση, τόπο, χώρα
Sted στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stav στα ελληνικά - κοντάρι, βέργα, ραβδί, στοίχημα, Ποντάρισμα, Μερίδιο, Ποσοστό, ...
  • stavelse στα ελληνικά - συλλαβή, Εναλλακτική, Αναπληρωματικό, Αναπληρωτής, Εναλλακτικό, Εναλλακτικές
  • stedfortreder στα ελληνικά - υποκαθιστώ, αναπληρώνω, αναπληρωματικός, αναπληρωτής, αναπληρωτή, ο αναπληρωτής, αντιπρόεδρος, ...
  • stefar στα ελληνικά - πατριός, πατριό, τον πατριό, πατριού, ο πατριός
Τυχαίες λέξεις
Sted στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τοποθετώ, εντοπίζω, μέρος, τοποθεσία, σπυρί, τόπος, βούλα, θέση, τόπο, χώρα