Sterk στα ελληνικά

Μετάφραση: sterk, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ουσιαστικός, δυνατός, αξιόλογος, συμπαγής, ρωμαλέος, ισχυρός, γερός, στερεός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές
Sterk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • stenografi στα ελληνικά - στενογραφία, συντομογραφία, στενογραφίας, συντόμευση, συντομογραφίας
  • steril στα ελληνικά - άγονος, στείρος, αποστειρωμένο, στείρο, στείρα, αποστειρωμένα
  • stevnemøte στα ελληνικά - ραντεβού, Rendezvous, συνάντηση, το ραντεβού, το Rendezvous
  • sti στα ελληνικά - πίστα, μονοπάτι, διαδρομή, ίχνη, ίχνος, διαδρομής
Τυχαίες λέξεις
Sterk στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ουσιαστικός, δυνατός, αξιόλογος, συμπαγής, ρωμαλέος, ισχυρός, γερός, στερεός, ισχυρή, ισχυρό, ισχυρές