Trenge στα ελληνικά

Μετάφραση: trenge, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απαιτώ, χρειάζομαι, ανάγκη, έλλειψη, θέλω, πρέπει, χρειάζεται, χρειάζεστε
Trenge στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • trelldom στα ελληνικά - σκλαβιά, δουλεία, δουλείας, δεσμά, αλύτρωτος, τη δουλεία
  • trene στα ελληνικά - πούλμαν, τρένο, αμαξοστοιχία, εκπαιδεύω, προπονητής, προπονώ, άμαξα, ...
  • trengsel στα ελληνικά - πλήθος, συναθροίζομαι, συρρέω, συνωστισμός, συνωστισμό, παραγκωνισμού, συνωστισμού, ...
  • trening στα ελληνικά - εκπαίδευση, προπονούμενος, προπόνηση, κατάρτισης, κατάρτιση, εκπαίδευσης, την κατάρτιση
Τυχαίες λέξεις
Trenge στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απαιτώ, χρειάζομαι, ανάγκη, έλλειψη, θέλω, πρέπει, χρειάζεται, χρειάζεστε