Ulykkelig στα ελληνικά

Μετάφραση: ulykkelig, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακόμοιρος, ελεεινός, χάλια, δυστυχισμένος, πενιχρός, άθλιος, δυστυχής, δυσαρεστημένοι, δυσαρεστημένος, δυστυχισμένο
Ulykkelig στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ulydighet στα ελληνικά - ανυπακοή, ανυπακοής, την ανυπακοή, η ανυπακοή, της ανυπακοής
  • ulykke στα ελληνικά - ατύχημα, κακοτυχία, δυστυχία, ατυχήματος, ατυχημάτων, ατυχήματα, των ατυχημάτων
  • uløselig στα ελληνικά - αδιάλυτος, αδιάλυτο, αδιάλυτα, αδιάλυτη, αδιάλυτες
  • umenneskelig στα ελληνικά - απάνθρωπος, απάνθρωπης, της απάνθρωπης, απάνθρωπων, απάνθρωπη
Τυχαίες λέξεις
Ulykkelig στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακόμοιρος, ελεεινός, χάλια, δυστυχισμένος, πενιχρός, άθλιος, δυστυχής, δυσαρεστημένοι, δυσαρεστημένος, δυστυχισμένο