Utnevne στα ελληνικά
Μετάφραση: utnevne, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διορίζω, προτείνω, διορίζει, διορίσει, διορίζουν, ορίσει, να διορίσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- utløpe στα ελληνικά - τελειώνω, τέλος, λήξει, λήγει, λήγουν, λήξουν, λήξη
- utmerket στα ελληνικά - εξαίσιος, άριστος, άριστη, εξαιρετικές, άριστο, εξαιρετικό, εξαιρετική
- utnytte στα ελληνικά - αξιοποιώ, εκμεταλλεύονται, εκμεταλλευτεί, εκμεταλλευτούν, αξιοποιήσουν, αξιοποιήσει
- utpressing στα ελληνικά - εκβιασμός, εκβιασμού, εκβιασμούς, εκβίαση, του εκβιασμού
Τυχαίες λέξεις
Utnevne στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διορίζω, προτείνω, διορίζει, διορίσει, διορίζουν, ορίσει, να διορίσει
Μεταφράσεις: διορίζω, προτείνω, διορίζει, διορίσει, διορίζουν, ορίσει, να διορίσει