Vanilje στα ελληνικά

Μετάφραση: vanilje, Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
νορβηγικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια
Vanilje στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • vandring στα ελληνικά - αποδημία, μετανάστευση, μετανάστευσης, τη μετανάστευση, της μετανάστευσης, μεταναστευτικών
  • vane στα ελληνικά - χρήση, χρησιμοποιώ, συνήθεια, έξη, συνήθειας, συνήθεια να, τη συνήθεια, ...
  • vanlig στα ελληνικά - κοινός, συνήθης, συνηθισμένος, συνήθη, συνήθεις, συνηθισμένο, συνηθισμένη
  • vanligvis στα ελληνικά - γενικά, συνήθως, που συνήθως, κανόνα
Τυχαίες λέξεις
Vanilje στα ελληνικά - Λεξικό: νορβηγικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βανίλια, βανίλιας, τη βανίλια, vanilla, η βανίλια