Aanplanten στα ελληνικά
Μετάφραση: aanplanten, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φυτό, εργοστάσιο, φυτεύω, φυτών, φυτού, φυτικών
Μεταφράσεις
- aanplakbiljet στα ελληνικά - λογαριασμός, πίνακας, νομοσχέδιο, αφίσα, ράμφος, παρατηρώ, κάρτα, ...
- aanplakken στα ελληνικά - δοκάρι, ταχυδρομώ, πόστο, κόλλα, θέση, ταχυδρομείο, μετά, ...
- aanporren στα ελληνικά - διεγείρω, διεγείρουν, αφυπνίσει, ξυπνήσει, ενδυναμώσουμε, να διεγείρουν
- aanprijzen στα ελληνικά - προτείνω, συνιστώ, συστήνω, επαινώ, επιδοκιμάζω, συγχαρώ, επαινέσω
Τυχαίες λέξεις
Aanplanten στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φυτό, εργοστάσιο, φυτεύω, φυτών, φυτού, φυτικών
Μεταφράσεις: φυτό, εργοστάσιο, φυτεύω, φυτών, φυτού, φυτικών