Aardewerk στα ελληνικά

Μετάφραση: aardewerk, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αγγειοπλαστική, πιατικά, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής
Aardewerk στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aarde στα ελληνικά - έδαφος, προσγειώνω, προσγειώνομαι, χώμα, προσαράσσω, γη, μαγαρίζω, ...
  • aarden στα ελληνικά - λιθοβολώ, γήινος, πετροβολώ, πέτρα, άργιλος, πήλινος, πήλινα, ...
  • aardgordel στα ελληνικά - ζώνη, ιμάντα, ιμάντας, ζώνης, ζωνών
  • aardig στα ελληνικά - σχετικά, πανέξυπνος, πρόσχαρος, κωμικός, ζεστός, καπάτσος, αβρός, ...
Τυχαίες λέξεις
Aardewerk στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αγγειοπλαστική, πιατικά, κεραμικά, κεραμική, κεραμικής, αγγειοπλαστικής