Affronteren στα ελληνικά

Μετάφραση: affronteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λοιδορώ, κατάχρηση, προσβάλλω, προπηλακίζω, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, προσβολή, προσβάλλουν, προσβάλλει, προσβάλω, προσβάλει
Affronteren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • affiniteit στα ελληνικά - έλξη, αγχιστεία, συνάφεια, συγγένεια, συγγένειας, συνάφειας, συγγενείας
  • affix στα ελληνικά - πρόσφυμα, προσθέτω, τοποθετεί, επιθέτει, επιθέσει, θέτει, τοποθετούν
  • affuit στα ελληνικά - άμαξα, βαγόνι, μεταφορά, μεταφοράς, μεταφορές, μεταφορών, τη μεταφορά
  • afgaan στα ελληνικά - επισκέπτομαι, βλέπω, επίσκεψη, έξοδος, φωτιά, πυρκαγιά, πυρκαγιάς, ...
Τυχαίες λέξεις
Affronteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λοιδορώ, κατάχρηση, προσβάλλω, προπηλακίζω, λοιδορία, βρίζω, καταχρώμαι, προσβολή, προσβάλλουν, προσβάλλει, προσβάλω, προσβάλει