Afgetrokken στα ελληνικά
Μετάφραση: afgetrokken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θεωρητικός, αφηρημένα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afgemeten στα ελληνικά - αλύγιστος, επίσημος, άκαμπτος, ισχυρός, μετράται, μετρούμενη, μετρηθεί, ...
- afgestudeerd στα ελληνικά - απόφοιτος, αποφοιτώ, πτυχιούχος, μεταπτυχιακό, μεταπτυχιακών, μεταπτυχιακούς
- afgevaardigde στα ελληνικά - αντιπρόσωπος, παραστατικός, αντιπροσωπευτικός, απεσταλμένος, εκπρόσωπος, εκπρόσωπο, αντιπρόσωπο
- afgeven στα ελληνικά - ίζημα, απλώνω, φουντώνω, προσχώνω, επαναθέτω, διαδίδω, επέκταση, ...
Τυχαίες λέξεις
Afgetrokken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θεωρητικός, αφηρημένα
Μεταφράσεις: θεωρητικός, αφηρημένα