Afwatering στα ελληνικά
Μετάφραση: afwatering, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υπερχείλιση, ξεχειλίζω, στραγγίζω, οχετός, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- afwachten στα ελληνικά - περιμένω, αναμένω, περίμενε, περιμένετε, περιμένει, περιμένουμε, wait
- afwachting στα ελληνικά - αναμονή, προσδοκία, εμπιστοσύνη, εμπιστοσύνης, προσδοκίες, την προσδοκία
- afwateringsgebied στα ελληνικά - διαιρώ, διχάζω, χωρίζω, λεκάνη απορροής, υδρολογική λεκάνη, λεκάνης απορροής, λεκάνη, ...
- afweer στα ελληνικά - άμυνα, συνηγορία, υπεράσπιση, άμυνας, αμυντικούς, υπεράσπισης
Τυχαίες λέξεις
Afwatering στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υπερχείλιση, ξεχειλίζω, στραγγίζω, οχετός, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε
Μεταφράσεις: υπερχείλιση, ξεχειλίζω, στραγγίζω, οχετός, στραγγίξει, αποστράγγιση, στραγγίστε, στραγγίσει, στραγγίζετε