Aspirant στα ελληνικά

Μετάφραση: aspirant, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
υποψήφιος, προοπτική, φιλόδοξων, υποψήφια, τα υποψήφια, αναζητητή
Aspirant στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • asiel στα ελληνικά - καταφύγιο, άσυλο, ασυλία, ασύλου, το άσυλο, του ασύλου, χορήγησης ασύλου
  • asperge στα ελληνικά - σπαράγγι, σπαράγγια, σπαραγγιών, τα σπαράγγια, σπαραγγιού
  • aspirine στα ελληνικά - ασπιρίνη, ασπιρίνης, η ασπιρίνη, την ασπιρίνη, της ασπιρίνης
  • assemblee στα ελληνικά - συνέλευση, ομήγυρη, Συνέλευσης, Συνέλευσης των, Συνέλευση των, Συνέλευση του
Τυχαίες λέξεις
Aspirant στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: υποψήφιος, προοπτική, φιλόδοξων, υποψήφια, τα υποψήφια, αναζητητή