Begenadigen στα ελληνικά
Μετάφραση: begenadigen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάρη, συγχωρώ, συγχώρηση, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Μεταφράσεις
- begeleiden στα ελληνικά - συνοδεύω, ακολουθώ, συνοδεύει, συνοδεύουν, συνοδεύσει, να συνοδεύει, να συνοδεύουν
- begeleiding στα ελληνικά - ακολουθία, συνοδεύω, συνοδεία, καβαλιέρος, συνοδείας, συνοδευτικό, συμπλήρωμα, ...
- begenadiging στα ελληνικά - αμνηστία, συγχώρηση, συγγνώμη, χάρη, απονομή χάριτος, χάριτος
- begeren στα ελληνικά - μακάρι, εύχομαι, ευχή, επιθυμία, καημός, επιθυμώ, επιθυμήσεις, ...
Τυχαίες λέξεις
Begenadigen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάρη, συγχωρώ, συγχώρηση, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Μεταφράσεις: χάρη, συγχωρώ, συγχώρηση, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει