Bemiddelaar στα ελληνικά
Μετάφραση: bemiddelaar, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεσάζων, μεσίτης, μεσολαβητής, διαμεσολαβητή, μεσολαβητή, διαμεσολαβητής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bemerken στα ελληνικά - παρατηρώ, παρατήρηση, ειδοποίηση, ανακοίνωση, σημείωση, προκήρυξη, ανακοίνωσης
- bemesten στα ελληνικά - λιπαίνω, γονιμοποιήσει, γονιμοποιήσουν, γονιμοποιούν, λιπάνει
- bemind στα ελληνικά - αγαπημένος, αγαπητός, αγαπημένη, αγαπημένο, την αγαπημένη
- beminnelijk στα ελληνικά - αβρός, φιλικός, προσηνής, φιλόφρων, εγκάρδιος, αξιαγάπητος, χαριτωμένος, ...
Τυχαίες λέξεις
Bemiddelaar στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεσάζων, μεσίτης, μεσολαβητής, διαμεσολαβητή, μεσολαβητή, διαμεσολαβητής
Μεταφράσεις: μεσάζων, μεσίτης, μεσολαβητής, διαμεσολαβητή, μεσολαβητή, διαμεσολαβητής