Benadrukken στα ελληνικά
Μετάφραση: benadrukken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τόνος, τονίζω, τονίσει, τονίζουν, υπογραμμίζουν, τονίσω, δίνουν έμφαση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- benadelen στα ελληνικά - βλάπτω, βλάβη, μειονέκτημα, μειονεκτική θέση, μειονεκτική, βάρος, μειονεκτήματα
- benaderen στα ελληνικά - περίπου, να προσεγγίσει, να προσεγγίσουν, να προσεγγίσουμε, προσέγγισης, να πλησιάσει
- benaming στα ελληνικά - ονομάζω, επωνυμία, τίτλος, όνομα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ...
- benardheid στα ελληνικά - αμηχανία, αμηχανίας, ντροπή, την αμηχανία, η αμηχανία
Τυχαίες λέξεις
Benadrukken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τόνος, τονίζω, τονίσει, τονίζουν, υπογραμμίζουν, τονίσω, δίνουν έμφαση
Μεταφράσεις: τόνος, τονίζω, τονίσει, τονίζουν, υπογραμμίζουν, τονίσω, δίνουν έμφαση