Benaming στα ελληνικά
Μετάφραση: benaming, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ονομάζω, επωνυμία, τίτλος, όνομα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- benaderen στα ελληνικά - περίπου, να προσεγγίσει, να προσεγγίσουν, να προσεγγίσουμε, προσέγγισης, να πλησιάσει
- benadrukken στα ελληνικά - τόνος, τονίζω, τονίσει, τονίζουν, υπογραμμίζουν, τονίσω, δίνουν έμφαση
- benardheid στα ελληνικά - αμηχανία, αμηχανίας, ντροπή, την αμηχανία, η αμηχανία
- benauwd στα ελληνικά - μπαγιάτικος, σφιχτός, στενός, μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, ...
Τυχαίες λέξεις
Benaming στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ονομάζω, επωνυμία, τίτλος, όνομα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού
Μεταφράσεις: ονομάζω, επωνυμία, τίτλος, όνομα, ονομασία, ονομασίας, χαρακτηρισμό, ορισμό, χαρακτηρισμού