Bereiken στα ελληνικά

Μετάφραση: bereiken, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
βαρώ, φτάνω, κατορθώνω, επιτυγχάνω, καταφέρω, απολαβή, πραγματοποιώ, χτυπώ, σουξέ, να, για να, σε, για, με
Bereiken στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bereik στα ελληνικά - διακυμαίνομαι, φάσμα, εμβέλεια, φτάνω, φθάσουν, φθάσει, φτάσουν, ...
  • bereikbaar στα ελληνικά - ευπρόσιτος, εφικτός, εφικτή, επιτευχθεί, εφικτό, επιτευχθούν
  • berekenen στα ελληνικά - λογαριάζω, υπολογίζω, υπολογισμό, υπολογίσει, υπολογίζουν, τον υπολογισμό, υπολογίζει
  • berekening στα ελληνικά - υπολογισμό, υπολογισμός, υπολογισμού, τον υπολογισμό, υπολογισμού που
Τυχαίες λέξεις
Bereiken στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: βαρώ, φτάνω, κατορθώνω, επιτυγχάνω, καταφέρω, απολαβή, πραγματοποιώ, χτυπώ, σουξέ, να, για να, σε, για, με