Πραγματοποιώ στα ολλανδικά

Μετάφραση: πραγματοποιώ, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
verwerven, behalen, bereiken, treffen, verkrijgen, inhalen, realiseren, beseffen, verwezenlijken, te realiseren, besef
Πραγματοποιώ στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: πραγματοποιώ

πραγματοποιώ translate, πραγματοποιω συνώνυμα, πραγματοποιώ translation, πραγματοποιώ στα αγγλικά, πραγματοποιώ αντώνυμα, πραγματοποιώ λεξικό γλώσσας ολλανδικά, πραγματοποιώ στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • πραγματογνωμοσύνη στα ολλανδικά - vaardigheid, handigheid, bedrevenheid, vlugheid, slag, expertise, deskundigheid, ...
  • πραγματοποίηση στα ολλανδικά - realisatie, besef, verwezenlijking, realiseren, uitvoering
  • πρακτική στα ολλανδικά - aanwenden, doorvoeren, praktijk, beoefening, de praktijk, praktijken, practice
  • πρακτικός στα ολλανδικά - feitelijk, praktisch, praktische, praktijk, doelmatig, concrete
Τυχαίες λέξεις
Πραγματοποιώ στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: verwerven, behalen, bereiken, treffen, verkrijgen, inhalen, realiseren, beseffen, verwezenlijken, te realiseren, besef