Beschamen στα ελληνικά
Μετάφραση: beschamen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτοώ, μπερδεύω, κατατροπώνω, συγχύζω, ταράσσω, συγχύσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- beschadigen στα ελληνικά - χτυπώ, βλάπτω, παραχαϊδεύω, πληγώνω, χαλώ, ζημιά, τραυματίζω, ...
- beschadiging στα ελληνικά - βλάβη, βλάπτω, ζημιά, ζημία, ζημιές, βλάβης
- beschaven στα ελληνικά - αυξάνομαι, μεγαλώνω, εξημερώνω, εκπολιτίζω, εκπολιτίζουμε, εκπολιτίσουν, εκπολιτίσει
- beschaving στα ελληνικά - πολιτισμός, πολιτισμού, πολιτισμό, τον πολιτισμό, του πολιτισμού
Τυχαίες λέξεις
Beschamen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτοώ, μπερδεύω, κατατροπώνω, συγχύζω, ταράσσω, συγχύσει
Μεταφράσεις: πτοώ, μπερδεύω, κατατροπώνω, συγχύζω, ταράσσω, συγχύσει