Bewustzijn στα ελληνικά
Μετάφραση: bewustzijn, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αισθήσεις, επίγνωση, αντίληψη, γνώση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση
Μεταφράσεις
- bewust στα ελληνικά - συνειδητός, συνειδητή, επίγνωση, συνείδηση, συνειδητό
- bewusteloos στα ελληνικά - αναίσθητος, ασυνείδητος, ασυνείδητο, αισθήσεις του, ασυνείδητη
- bezadigd στα ελληνικά - λιτός, μετριάζω, νηφάλιος, εύκρατος, φειδωλός, εγκρατής, μέτριος, ...
- bezegelen στα ελληνικά - φώκια, βούλα, σφραγίδα, σφράγιση, φώκιας, σφραγίδας, στεγανοποίησης
Τυχαίες λέξεις
Bewustzijn στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αισθήσεις, επίγνωση, αντίληψη, γνώση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση
Μεταφράσεις: αισθήσεις, επίγνωση, αντίληψη, γνώση, ευαισθητοποίησης, ευαισθητοποίηση, συνειδητοποίηση