Boos στα ελληνικά
Μετάφραση: boos, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κακός, θυμωμένος, σατανικός, οργισμένος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- boord στα ελληνικά - άκρη, στεφάνη, κολάρο, χείλι, ρέλι, παρυφές, κρόσσι, ...
- boordevol στα ελληνικά - πλήρης, μεστός, ξεχειλιστικός, υπερπλήρης, γεμάτος
- boosaardig στα ελληνικά - βρώμικος, εμπαθής, βρόμικος, απαίσιος, κακόβουλος, φαύλος, μοχθηρός, ...
- boosheid στα ελληνικά - φούρκα, οργή, θυμός, θυμό, θυμού, το θυμό
Τυχαίες λέξεις
Boos στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κακός, θυμωμένος, σατανικός, οργισμένος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό
Μεταφράσεις: κακός, θυμωμένος, σατανικός, οργισμένος, θυμωμένοι, θυμωμένο, θυμό