Brok στα ελληνικά

Μετάφραση: brok, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κομματάκι, θραύσμα, μεγάλο κομμάτι, κομμάτι, χοντρό κομμάτι, παχιού τεμαχίου, το κομμάτι
Brok στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • broek στα ελληνικά - μαζεύω, παντελόνι, βάλτος, έλος, περισκελίδα, παντελόνια, εσώρουχα, ...
  • broer στα ελληνικά - αδελφός, αδερφός, αδελφό, τον αδελφό, ο αδελφός
  • brombeer στα ελληνικά - γρινιάρης, μουρμούρης
  • bromfiets στα ελληνικά - μοτοποδήλατο, μοτοποδηλάτου, μοτοποδηλάτων, μοτοποδήλατα, του μοτοποδηλάτου
Τυχαίες λέξεις
Brok στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κομματάκι, θραύσμα, μεγάλο κομμάτι, κομμάτι, χοντρό κομμάτι, παχιού τεμαχίου, το κομμάτι