Conjugeren στα ελληνικά
Μετάφραση: conjugeren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κλίνω, σύζευξης, συζυγούς, συζυγές, σύζευγμα, προϊόν σύζευξης
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- congres στα ελληνικά - συνέλευση, σύμβαση, συνέδριο, συνθήκη, Κογκρέσο, συνεδριακό, συνεδρίου, ...
- congruent στα ελληνικά - συμβατός, συγκλίνων, σύμφωνος, σύμφωνες, παραλληλισμού, παραλληλισμού των
- conjunctie στα ελληνικά - σύνδεσμος, σύνδεση, σύζευξη, συνδυασμό, συνεργασία, κοινού
- consciëntieus στα ελληνικά - ευσυνείδητος, συνείδησης, συνειδήσεως, ευσυνείδητη, ευσυνείδητοι
Τυχαίες λέξεις
Conjugeren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κλίνω, σύζευξης, συζυγούς, συζυγές, σύζευγμα, προϊόν σύζευξης
Μεταφράσεις: κλίνω, σύζευξης, συζυγούς, συζυγές, σύζευγμα, προϊόν σύζευξης