Creëren στα ελληνικά

Μετάφραση: creëren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεννοβολώ, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, γεννώ, δημιουργώ, φτιάχνω, παράγω, κάνω, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει
Creëren στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • cremeren στα ελληνικά - καίω, αποτεφρώσουν, αποτέφρωση, καίνε, αποτεφρωθεί
  • creperen στα ελληνικά - χάνομαι, καταστρέφομαι, χαθεί, χαθούν, χάνονται, απολεσθή
  • criminaliteit στα ελληνικά - έγκλημα, εγκληματικότητα, εγκληματικότητας, αξιοποίνου, της εγκληματικότητας, αξιόποινου
  • crimineel στα ελληνικά - εγκληματίας, εγκληματικός, ποινικές, ποινικής, ποινικών, ποινική
Τυχαίες λέξεις
Creëren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεννοβολώ, κατασκευάζω, εξαναγκάζω, γεννώ, δημιουργώ, φτιάχνω, παράγω, κάνω, δημιουργήσετε, δημιουργήσουν, δημιουργούν, δημιουργήσει, να δημιουργήσει