Defect στα ελληνικά

Μετάφραση: defect, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ελλειπτικός, ζημιά, λάθος, ελαττωματικός, αποστατώ, βλάπτω, βλάβη, ελάττωμα, φτιάξιμο, ελαττώματος, ατέλεια, πλημμέλεια
Defect στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • deemoedig στα ελληνικά - άτολμος, ταπεινός, πειθήνιος, ταπεινή, ταπεινό, την ταπεινή, ταπεινοί
  • deerlijk στα ελληνικά - οδυνηρός, αλγεινός, οικτρά, πάνδεινα, σφόδρα, φρικτά, σοβαρά την απέχθεια
  • defensie στα ελληνικά - συνηγορία, άμυνα, υπεράσπιση, άμυνας, αμυντικούς, υπεράσπισης
  • deficit στα ελληνικά - χάσιμο, απώλεια, χαμός, έλλειψη, ήττα, έλλειμμα, ελλείμματος, ...
Τυχαίες λέξεις
Defect στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ελλειπτικός, ζημιά, λάθος, ελαττωματικός, αποστατώ, βλάπτω, βλάβη, ελάττωμα, φτιάξιμο, ελαττώματος, ατέλεια, πλημμέλεια