Demonstreren στα ελληνικά
Μετάφραση: demonstreren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αποδεικνύω, διαδηλώνω, δείχνω, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει
Μεταφράσεις
- demonisch στα ελληνικά - demonically
- demonstratie στα ελληνικά - διαδήλωση, επίδειξη, επίδειξης, απόδειξη, την επίδειξη
- dempen στα ελληνικά - γεμίζω, βουβός, Σίγαση, σίγασης, Mute, τη σίγαση
- den στα ελληνικά - έλατο, πεύκο, πεύκη, Pine Tree, πεύκου, από πεύκα
Τυχαίες λέξεις
Demonstreren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αποδεικνύω, διαδηλώνω, δείχνω, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει
Μεταφράσεις: αποδεικνύω, διαδηλώνω, δείχνω, αποδεικνύουν, καταδεικνύουν, αποδείξουν, αποδείξει, να αποδείξει