Domkop στα ελληνικά

Μετάφραση: domkop, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαζός, κοροϊδεύω, χυμός, ζουμί, εξαντλώ, βλάκας, τούβλο, χονδροκέφαλος, χοντροκέφαλο
Domkop στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dominee στα ελληνικά - ιερέας, υπουργός, εφημέριος, εφημέριο, Βικάριος, Vicar, ο Βικάριος
  • dominion στα ελληνικά - κυριαρχία, εξουσία, κυριαρχίας, επικράτεια, την κυριαρχία
  • dommekracht στα ελληνικά - γρύλος, Jack, ο Jack, του Jack, γρύλο
  • domoor στα ελληνικά - χαζός, εξαντλώ, χυμός, βλάκας, ζουμί, κοροϊδεύω, μπούφος, ...
Τυχαίες λέξεις
Domkop στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαζός, κοροϊδεύω, χυμός, ζουμί, εξαντλώ, βλάκας, τούβλο, χονδροκέφαλος, χοντροκέφαλο