Κοροϊδεύω στα ολλανδικά

Μετάφραση: κοροϊδεύω, Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
malloot, domkop, domoor, clown, dwaas, sufferd, stomkop, hansworst, stommeling, schaapskop, zot, dupe, pineut, dupe te, de dupe, bedrogene
Κοροϊδεύω στα ολλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κοροϊδεύω

κοροϊδεύω ετυμολογια, κοροϊδεύω ποιήματα, κοροϊδεύω αγγλικά, κοροϊδεύω στα αγγλικά, κοροϊδεύω συνώνυμα, κοροϊδεύω λεξικό γλώσσας ολλανδικά, κοροϊδεύω στα ολλανδικά

Μεταφράσεις

  • κορνέτα στα ολλανδικά - kornet, cornet, hoorns, de Kornet, bazuin
  • κοροϊδία στα ολλανδικά - aanfluiting, spot, spoof, parodie, parodieontwerp, parodie van
  • κορσάζ στα ολλανδικά - corsage
  • κορσέ στα ολλανδικά - korset, corset, keurs lijf, korsettenmaker
Τυχαίες λέξεις
Κοροϊδεύω στα ολλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ολλανδικά
Μεταφράσεις: malloot, domkop, domoor, clown, dwaas, sufferd, stomkop, hansworst, stommeling, schaapskop, zot, dupe, pineut, dupe te, de dupe, bedrogene