Draad στα ελληνικά

Μετάφραση: draad, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μίτος, κλώνος, νήμα, καλώδιο, κλωστή, εξοκέλλω, σύρμα, το νήμα, σπείρωμα, νήματος, σπειρώματος
Draad στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • dozijn στα ελληνικά - δωδεκάδα, ντουζίνα, δώδεκα, δεκάδες, δωδεκάδες
  • dra στα ελληνικά - σύντομος, σύντομα, μόλις, συντομότερο, ταχύτερο, συντομότερα
  • draadloze στα ελληνικά - ασύρματο, ράδιο, ασύρματος, ασύρματη, ασύρματου, ασύρματης
  • draadnagel στα ελληνικά - νύχι, καρφί, πρόκα, νυχιών, των νυχιών, καρφιών
Τυχαίες λέξεις
Draad στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μίτος, κλώνος, νήμα, καλώδιο, κλωστή, εξοκέλλω, σύρμα, το νήμα, σπείρωμα, νήματος, σπειρώματος