Droppel στα ελληνικά

Μετάφραση: droppel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καταβρέχω, ρανίδα, μικροποσότητα, σταγόνα, στάζω, μειώνομαι, σταλάζω, πτώση, πέσει, drop, ρίξει, αποθέστε
Droppel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • droomgezicht στα ελληνικά - όραμα, όραση, όνειρο, το όνειρο, ονειρεύονται, ονειρευόμαστε, ονειρευτείτε
  • drop στα ελληνικά - σταγόνα, στάζω, μικροποσότητα, καταβρέχω, ρανίδα, σταλάζω, μειώνομαι, ...
  • droppelen στα ελληνικά - σταλάζω, στάζω, σταγόνα, στάγδην, στάλαξης, ενστάλαξη, στάζει
  • drossen στα ελληνικά - κρύβομαι, το σκάω, διαφύγει, να διαφύγει, φυγοδικήσουν
Τυχαίες λέξεις
Droppel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καταβρέχω, ρανίδα, μικροποσότητα, σταγόνα, στάζω, μειώνομαι, σταλάζω, πτώση, πέσει, drop, ρίξει, αποθέστε