Elf στα ελληνικά
Μετάφραση: elf, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έντεκα, ένδεκα, από έντεκα
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- element στα ελληνικά - συντελεστής, παράγοντας, εξάρτημα, συστατικός, στοιχείο, στοιχείου, στοιχείων, ...
- elementair στα ελληνικά - στοιχειώδης, στοιχειώδη, δημοτικό, στοιχειώδεις, στοιχειώδες
- elftal στα ελληνικά - ομάδα, ομάδας, την ομάδα, της ομάδας, η ομάδα
- eliminatie στα ελληνικά - κατάλυση, παραγωγή, κατάργηση, εξάλειψη, αποβολή, εξάλειψης, εξάλειψης της
Τυχαίες λέξεις
Elf στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έντεκα, ένδεκα, από έντεκα
Μεταφράσεις: έντεκα, ένδεκα, από έντεκα