Λέξη: πιατέλα

Σχετικές λέξεις: πιατέλα

πιατέλα για κεικ, πιατέλα με τυριά, πιατέλα σερβιρίσματος, πιατέλα με καπάκι, πιατέλα κεικ, πιατέλα με πόδι, πιατέλα τυριών, πιατέλα με τυριά και αλλαντικά, πιατέλα αλλαντικών, πιατέλα για κρασί

Συνώνυμα: πιατέλα

επιμεταλλωτής, πιάτο

Μεταφράσεις: πιατέλα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
platter, plate, a platter, dish, serving dish
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
disco, plato, fuente, bandeja, plato de
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
platte, schallplatte, servierteller, servierplatte, Teller, Servierplatte, Platte, Plattenteller
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
disque, plat, met, plateau, assiette, plateau de, plat de
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
disco, piatto, vassoio, piatto di, platter, piatto da portata
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
plataforma, prato, linha, disco, bandeja, platter, prato de, travessa
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
schaal, grammofoonplaat, schotel, plateau, platter, plateautje
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
блюдо, ассорти, блюде, блюдо с, тарелка
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
tallerken, fat, fatet, sjømatfatet
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
diskens, tallrik, platta, platter, fat
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
äänilevy, vati, platter, lautasella, lautaselle, vadilla
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fad, platter, plade, tallerken
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
podnos, mísa, talíř, talíře, Platter, tác
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
dysk, taca, półmisek, uchwytem, szala, talerz, platter, talerz owoców
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
tál, fatál, tányér, fatányér, hanglemez, hanglemeztányér, tálra, tálban, tálat
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
plak, tabağı, plakalı, platter, ürünleri tabağı
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
блюдо, страву, страва
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
pjatë e madhe, pjatë, pjatë e, pjatë të
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
поднос, блюдо, плато, диска, Пома
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
блюдо, страва, страву, талерку, блюда
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kandik, vinüül, külmtoiduvaagen, vaagen, taldrik, vaagna, vaagnal, platter
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
pladanj, plata, pladnju, plitica, pletilja
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
fati
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
lanx
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
plokštelė, patiekalas, platter, padėklas, asorti
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
maizes dēlis, plate, platter, plati
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
послужавник, тацна, чинија, послужавник се
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
farfurie, platou, platou de, tavă, farfurie de
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
tác, krožnik, plošča, pladenj, platter, plata
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
podnos, misa, na zapekanie, zapekanie, miska, mísa
Τυχαίες λέξεις