Emitteren στα ελληνικά
Μετάφραση: emitteren, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
τεύχος, θέμα, δημοσιεύω, έκδοση, ζήτημα, έκδοσης
Μεταφράσεις
- eminent στα ελληνικά - διαπρεπής, εξέχων, επιφανείς, επιφανών, περίφημο
- emissies στα ελληνικά - έκλυση, εκπομπή, εκπομπές, εκπομπών, των εκπομπών, οι εκπομπές, τις εκπομπές
- emmer στα ελληνικά - κουβάς, κάδος, κουβά, κάδο, κάδου
- emotie στα ελληνικά - συναίσθημα, στοργή, τρυφερότητα, συγκίνηση, το συναίσθημα, συναισθήματα, συναισθήματος
Τυχαίες λέξεις
Emitteren στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: τεύχος, θέμα, δημοσιεύω, έκδοση, ζήτημα, έκδοσης
Μεταφράσεις: τεύχος, θέμα, δημοσιεύω, έκδοση, ζήτημα, έκδοσης