Fiks στα ελληνικά
Μετάφραση: fiks, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δυνατός, Fiks
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- fijnhakken στα ελληνικά - τσεκουριά, κιμάς, τεμαχίζω, κόβω, μάσσω, λιανίζω, ακκίζομαι, ...
- fijnheid στα ελληνικά - άλγος, πόνος, λεπτότητα, λεπτότητας, καθαρότητας, λεπτότητος, τη λεπτότητα
- filatelie στα ελληνικά - φιλοτελισμός, φιλοτελισμού, φιλοτελισμό, φιλοτελική, Ο φιλοτελισμός
- file στα ελληνικά - σειρά, κατατάσσω, βαθμολογώ, βαθμίδα, βαθμός, καβγάς, κωπηλατώ, ...
Τυχαίες λέξεις
Fiks στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δυνατός, Fiks
Μεταφράσεις: δυνατός, Fiks