Getroffene στα ελληνικά

Μετάφραση: getroffene, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
θύμα, θύματος, θύματα, θυμάτων, των θυμάτων
Getroffene στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • getier στα ελληνικά - ταραχή, πληθώρα, παραζάλη, όργιο, μεγαλαυχώ, μανία, πολυβοϊα, ...
  • getij στα ελληνικά - παλίρροια, παλίρροιας, κύμα, ρεύμα, πλημμυρίδα
  • getrouw στα ελληνικά - πιστός, πιστοί, πιστή, πιστούς, πιστών
  • getrouwd στα ελληνικά - παντρεμένος, παντρεμένη, παντρεύτηκε, παντρευτεί, παντρεμένοι
Τυχαίες λέξεις
Getroffene στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: θύμα, θύματος, θύματα, θυμάτων, των θυμάτων