Getuigen στα ελληνικά
Μετάφραση: getuigen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πιστοποιώ, μαρτυρώ, μάρτυρας, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- getrouwheid στα ελληνικά - πιστότητα, πιστότητας, πίστη, πίστης, πιστών πελατών
- getuige στα ελληνικά - μάρτυρας, μαρτυρώ, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες
- getuigenis στα ελληνικά - απόδειξη, στοιχεία, κατάθεση, μαρτυρία, αποδείξεις, μαρτυρίες, μαρτυρίας, ...
- getuigschrift στα ελληνικά - πιστοποιητικό, κατάθεση, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
Τυχαίες λέξεις
Getuigen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πιστοποιώ, μαρτυρώ, μάρτυρας, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες
Μεταφράσεις: πιστοποιώ, μαρτυρώ, μάρτυρας, μαρτυρία, μάρτυρα, μαρτύρων, μάρτυρες