Geur στα ελληνικά
Μετάφραση: geur, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ευωδιά, ουσία, μυρωδιά, γεύση, άρωμα, μυρίζω, καρυκεύω, οσμή, ευωδία, οσμής, οσμών, οσμές
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- getuigschrift στα ελληνικά - πιστοποιητικό, κατάθεση, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
- geul στα ελληνικά - ζάρα, ρυτίδα, ρυτιδώνω, χαντάκι, ραφή, αυλάκι, παρατάσσω, ...
- geuren στα ελληνικά - μυρίζω, μυρωδιά, Αρώματα, αρωμάτων, αρωματικές ουσίες, αρωματικές, Fragrances
- geurig στα ελληνικά - ευώδης, αρωματικός, ευωδιαστός, αρωματικά, αρωματική, ευωδιαστό
Τυχαίες λέξεις
Geur στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ευωδιά, ουσία, μυρωδιά, γεύση, άρωμα, μυρίζω, καρυκεύω, οσμή, ευωδία, οσμής, οσμών, οσμές
Μεταφράσεις: ευωδιά, ουσία, μυρωδιά, γεύση, άρωμα, μυρίζω, καρυκεύω, οσμή, ευωδία, οσμής, οσμών, οσμές