Gevolg στα ελληνικά

Μετάφραση: gevolg, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
γεγονός, τρένο, κατάληξη, ακολουθία, παρέα, συνέπεια, σουίτα, τεύχος, άθλημα, συμβαλλόμενος, επίπτωση, σημασία, εκπαιδεύω, έκβαση, αποτέλεσμα, θέμα, λόγω, αποτελέσματα, αποτελέσματος
Gevolg στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • gevoeligheid στα ελληνικά - αίσθημα, ευαισθησία, ευαισθησίας, την ευαισθησία, της ευαισθησίας, η ευαισθησία
  • gevogelte στα ελληνικά - πτηνό, πουλερικά, πουλερικών, τα πουλερικά, των πουλερικών, πουλερικών που
  • gevolgtrekking στα ελληνικά - επαγωγή, τέλος, έκπτωση, συμπέρασμα, λήξη, συναχθεί, συμπερασμού, ...
  • gewaad στα ελληνικά - ενδυμασία, βολεύω, εξυπηρετώ, ρούχο, κοστούμι, αρμόζω, ρόμπα, ...
Τυχαίες λέξεις
Gevolg στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: γεγονός, τρένο, κατάληξη, ακολουθία, παρέα, συνέπεια, σουίτα, τεύχος, άθλημα, συμβαλλόμενος, επίπτωση, σημασία, εκπαιδεύω, έκβαση, αποτέλεσμα, θέμα, λόγω, αποτελέσματα, αποτελέσματος