Hengsel στα ελληνικά

Μετάφραση: hengsel, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μεταχειρίζομαι, χερούλι, χειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται
Hengsel στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • hendel στα ελληνικά - μοχλός, μοχλό, μοχλού, μοχλ, του μοχλού
  • hengelsnoer στα ελληνικά - παρατάσσω, ρυτίδα, επενδύω, γραμμή, πετονιά, γραμμή αλιείας, fishing line, ...
  • hengst στα ελληνικά - ολόκληρος, επιβήτορας, επιβήτορα, επιβήτωρ, επιβητόρων, επιβήτορα ίππο
  • hennep στα ελληνικά - κάνναβις, κάνναβη, της κάνναβης, την κάνναβη, κάνναβης που
Τυχαίες λέξεις
Hengsel στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μεταχειρίζομαι, χερούλι, χειρίζομαι, λαβή, χειριστεί, χειρίζονται, χειρισμό, χειρίζεται