Huisjesslak στα ελληνικά

Μετάφραση: huisjesslak, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σαλιγκάρι, σαλιγκαριού, σαλιγκαριών, χελώνας, σαλιγκάρια
Huisjesslak στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • huishoudster στα ελληνικά - οικονόμος, οικονόμο, οικονόμου, την οικονόμο, οικιακή βοηθός
  • huisje στα ελληνικά - οβίδα, καλύβα, αποβάλλω, κέλυφος, παράγκα, εξέδρα, καβούκι, ...
  • huisraad στα ελληνικά - έπιπλα, επίπλων, Καταστήματα Επίπλων, επίπλωση, τα έπιπλα
  • huisschilder στα ελληνικά - βαφέας, ζωγράφος, ζωγράφου, ζωγράφο
Τυχαίες λέξεις
Huisjesslak στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σαλιγκάρι, σαλιγκαριού, σαλιγκαριών, χελώνας, σαλιγκάρια