Ingebeeld στα ελληνικά

Μετάφραση: ingebeeld, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
όραση, όραμα, φανταστικός, φανταστικό, φανταστικού, νοητή, φαντασιακό
Ingebeeld στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • ingaan στα ελληνικά - μπαίνω, αρχίζω, ξεκίνημα, ξεκινώ, εισέρχομαι, αρχή, εισάγετε, ...
  • ingang στα ελληνικά - καταχώρηση, λήμμα, πύλη, είσοδος, είσοδο, εισόδου, είσοδο του, ...
  • ingeboren στα ελληνικά - ιθαγενής, ντόπιος, έμφυτος, έμφυτη, έμφυτο, έμφυτης, εγγενείς
  • ingespannen στα ελληνικά - τεντωμένος, προσεκτικώς, προσήλωση, με προσήλωση, εντατικά, επίμονα
Τυχαίες λέξεις
Ingebeeld στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: όραση, όραμα, φανταστικός, φανταστικό, φανταστικού, νοητή, φαντασιακό