Karpet στα ελληνικά

Μετάφραση: karpet, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλί, μοκέτα, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών
Karpet στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • karnen στα ελληνικά - ταράζω, καρδάρα, αποσυνδέσεων, επαναλαμβάνουμε, churn, καρδάρι
  • karper στα ελληνικά - κυπρίνος, κυπρίνου, κυπρίνους, κυπρίνων, κυπρίνο
  • karren στα ελληνικά - ιππεύω, βόλτα, ταξιδεύω, ατραξιόν, καροτσάκια, καρότσια, κάρρα, ...
  • karretje στα ελληνικά - κουβαλώ, αραμπάς, άρμα, χειράμαξα, καλάθι
Τυχαίες λέξεις
Karpet στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλί, μοκέτα, τάπητα, ταπήτων, χαλιού, χαλιών