Knellen στα ελληνικά
Μετάφραση: knellen, Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
ολλανδικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στύβω, ζουλώ, στριμώχνω, πρεσάρω, πιέζω, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- kneep στα ελληνικά - τέχνασμα, υπεκφυγή, ξεγελώ, κόλπο, τρικ, απάτη, τσίμπημα, ...
- knel στα ελληνικά - πίεση, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει
- knelpunt στα ελληνικά - αμηχανία, συμφόρησης, συμφόρηση, σημείο συμφόρησης, εμπόδιο, δυσχέρεια
- knersen στα ελληνικά - τρίζω, τρίζω τα δόντια, gnash, το gnash
Τυχαίες λέξεις
Knellen στα ελληνικά - Λεξικό: ολλανδικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στύβω, ζουλώ, στριμώχνω, πρεσάρω, πιέζω, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει
Μεταφράσεις: στύβω, ζουλώ, στριμώχνω, πρεσάρω, πιέζω, τσίμπημα, πρέζα, τσιμπήσετε, τσιμπήστε, τσιμπήσει